
Κάποτε ήταν ένας άνθρωπος του οποίου η αφοσίωση ήταν μεγάλη. Είχε τέσσερις γιους. Για να τον βοηθήσουν τα ονόματά τους να θυμάται τον Θεό, τους είχε ονομάσει Γκοβίντα, Ναράγιανα, Κρίσνα και Ράμα. Σκέφτηκε ότι μπορούσε, με αυτό τον τρόπο, να έχει το όνομα του Θεού στη γλώσσα του. Για να διευκολύνει το σχέδιό του, άνοιξε ένα εργοστάσιο και τους κράτησε όλους απασχολημένους εκεί, για να μπορεί να τους φωνάζει με το όνομά τους. Η μέρα που έπρεπε να υποκύψει στον θάνατο έφτασε και κάλεσε τον Γκοβίντα. Ο γιος πλησίασε λέγοντας: «Πατέρα, είμαι εδώ». Κάλεσε τον Ναράγιανα. «Είμαι εδώ, πατέρα», στάθηκε λέγοντας κι αυτός δίπλα στο κρεβάτι. Φώναξε τον Ράμα. Ο Ράμα ήρθε κι αυτός κοντά του και τον ρώτησε τι ήθελε να του εκμυστηρευτεί. Τελικά, κάλεσε και τον Κρίσνα. Εκείνος έσκυψε πολύ χαμηλά και θέλησε να μάθει τι μήνυμα είχε ο πατέρας γι’ αυτόν και του είπε: «Μη διστάσεις, πες μου τι θέλεις να πεις». Βλέποντας και τους τέσσερις γιους γύρω του, ο νους του ετοιμοθάνατου κυριεύτηκε από άγχος. «Είστε όλοι εδώ!», αναφώνησε. «Ποιος είναι το εργοστάσιο;» Αυτά ήταν τα τελευταία του λόγια. Αυτή ήταν η τελευταία του σκέψη. Όταν κάποιος εμπλέκεται στον κόσμο, μόνο κοσμικές σκέψεις θα αναδυθούν στο τέλος.
– Μπάμπα, από ομιλία που δόθηκε στις 6 Μαΐου 1983

Você precisa fazer login para comentar.